Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2013

«ΠΑΣΟΚ: Ριζοσπαστικοποίηση η πολιτικοκοινωνική συνειδητοποίηση;» - του Γιάννη Σουλαδάκη

Η εισήγηση του Γιάννη Σουλαδάκη με θέμα:
 «ΠΑΣΟΚ: Ριζοσπαστικοποίηση η πολιτικοκοινωνική συνειδητοποίηση;» 
στη θεματική διημερίδα του ΙΣΤΑΜΕ
 «Το ΠΑΣΟΚ και η Ελληνική πραγματικότητα 1974- 2014»
 στα πλαίσια της επετειακής εκδήλωσης για την 3η του Σεπτέμβρη

Πριν 39 χρόνια στις 3 Σεπτέμβρη, στο τότε ξενοδοχείο KING PALACE στον ημιόροφο, με μια παρέα φίλων, ανάμεσα στους 150 πολίτες που ήσαν παρόντες, παρακολουθήσαμε τον Ανδρέα Παπανδρέου να ανακοινώνει την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ, με την ανεπανάληπτη διακήρυξη «της 3ης του Σεπτέμβρη». Έτσι πυροδοτήθηκε μια μεγάλη πορεία, μια πρωτόγνωρη περιπέτεια γεμάτη συγκινήσεις, εκπλήξεις, απογοητεύσεις, ελπίδες, αλλά και επιτυχίες, που για πολλούς από μας, συνιστούν αναπόσπαστο βιωματικό στοιχείο, πολλές φορές ακόμα του τρόπου ζωής και της αξιολογικής κλίμακας, στις όποιες ιεραρχήσεις προτεραιοτήτων και στόχων. Για μας, που από την πρώτη στιγμή μπήκαμε σ αυτήν την περιπέτεια, χωρίς, τουλάχιστον τότε, προσωπικούς στόχους, οι εμπειρίες και τα βιώματα μέσα από την διαδρομή του χρόνου, ιδιαίτερα της πρώτης περιόδου, συνιστούν κεφάλαιο αναντικατάστατο, συναισθηματικό, ανθρώπινο, πολιτικό, αυτό δηλαδή της αυθόρμητης παρουσίας των πρωτοβουλιών, της αυτοοργάνωσης χιλιάδων απλών πολιτών, που στρατεύτηκαν για κάτι νέο, για μια νέα καλύτερη Ελλάδα, με το ΠΑΣΟΚ, με τον Ανδρέα.


Σήμερα όμως εδώ, δεν ήρθαμε να συζητήσουμε μόνο για τα 39 μας χρόνια, αλλά κύρια, να συσσωρεύσουμε το νέο αναγκαίο πολιτικό, ιδεολογικό ανθρώπινο δυναμικό, για μια νέα πορεία. Το ΠΑΣΟΚ του 1974, αλλά και αμέσως μετά, δεν εξέφρασε όπως στην ενότητα αυτή αναφέρεται, την ριζοσπαστικοποίηση της μεταπολίτευσης, εξέφρασε το συσσωρευμένο δυναμικό ανεκπλήρωτων αγώνων και θυσιών, ακόμα και ιστορικών σφαλμάτων. Εξέφρασε το συσσωρευμένο δυναμικό της εθνικής αντίστασης, της τραγωδίας του εμφυλίου, του μετεμφυλιακού κράτους της δεξιάς, της δικτατορίας της 21 Απριλίου, του Πολυτεχνείου, της τραγωδίας της Κύπρου. Το ΠΑΣΟΚ του 1974, δεν εξέφρασε τον όποιο ριζοσπαστισμό, αλλά αγωνίες και προσμονές πολλών χρόνων, με πολλαπλές ανάγκες και εκφράσεις. Η ορολογία ριζοσπαστισμός, μπήκε πολύ αργότερα στις αναλύσεις που αφορούσαν το ΠΑΣΟΚ, όταν κάποτε πολύ καθυστερημένα, οι πολιτικοί μας επιστήμονες αποφάσισαν, αφού διαψεύστηκαν πολλά χρόνια σνομπάροντας το ΠΑΣΟΚ, να ασχοληθούν με το «λαϊκίστικο» τριτοκοσμικό δήθεν σοσιαλιστικό υβρίδιο, που ονομαζόταν ΠΑΣΟΚ . Βέβαια και σήμερα, «αφ υψηλού» ασχολούνται. Μέχρι τότε, το ΠΑΣΟΚ ήταν είτε Περονικό, είτε Μουσολινικό, λαϊκίστικο και ο Ανδρέας κατά καιρούς, ήταν Μουσολίνι, ήταν Περον και δεν έχει τέλος. Ο ριζοσπαστισμός ως ορολογία, είναι κενή περιεχομένου, δεν εκφράζει προτεραιότητες, στόχους συγκεκριμένους, ιστορικές η κοινωνικές ανάγκες. Τα ερωτήματα είναι απλά, αλλά και αναπάντητα, πχ τι ριζοσπαστισμό εξέφραζε η προδικτατορική ΕΡΕ, που ήταν και αυτή ριζοσπαστική, τι ριζοσπαστισμό εκφράζει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, που είναι και αυτός ριζοσπαστικός . Έχουμε δηλαδή, «δεξιό και αριστερό» ριζοσπαστισμό, η ένα άδειο πουκάμισο, μια πινακίδα που διαλαλεί, ότι θα… σπάσει πολλά να κάνει καινούργια, αλλά δεν λέει τι θα σπάσει και τι θα κάνει.


Το ΠΑΣΟΚ της μεταπολίτευσης, εκφράζοντας μια πολυσύνθετη πολυρευματική κοινωνική δυναμική δεκαετιών, της έδωσε πολιτική δυναμική και συγκρότηση, ως συγκεκριμένο ρεύμα, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προτάγματα και προοπτικές. Το ΠΑΣΟΚ, ήταν ο καταλύτης, που οδήγησε σε πολιτικοκοινωνική συνειδητοποίηση, μεγάλα τμήματα του λαού μας, συγκροτώντας ένα νέο μεγάλο ρεύμα πολιτικής αλλαγής, που όντας μεν νέο, συγχρόνως ανακεφαλαίωνε στο εσωτερικό του όλες τις ιστορικές εμπειρίες και τους έδινε προοπτική. Το ΠΑΣΟΚ, ως μια νέα σύγχρονη, σοσιαλιστική, σοσιαλδημοκρατική αριστερή πρόταση, με βασικά στοιχεία από την λεγόμενη νέα αριστερά, καινοτομούσε ανατρεπτικά, καθορίζοντας νέες συντεταγμένες της αριστερής στην Ελλάδα. Αυτά τα χαρακτηριστικά, η λεγόμενη παραδοσιακή αριστερά όλων των παραλλαγών, ποτέ δεν τα είδε θετικά και εννοώ βέβαια, οι ηγετικές της γραφειοκρατίες που συχνά μίζερα και μικρόψυχα, ακόμη και όταν το ΠΑΣΟΚ άπλωνε το χέρι της συνεργασίας και ισοτιμίας, το αρνιόταν, πότε για να μην μιανθεί όπως το 1989 η ακόμα νωρίτερα το 1986, να μη χάσει τα γνήσια «αριστερά» της χαρακτηριστικά, λόγω της ασκούμενης τότε περιοριστικής οικονομικής πολιτικής. Δυστυχώς, την ίδια μιζέρια βλέπουμε και σήμερα, σε όσες προτάσεις γίνονται, για μια νέα συγκρότηση της κεντροαριστεράς. Για μένα βέβαια, ο βασικός κορμός της σύγχρονης Ελληνικής Ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς, είναι το ΠΑΣΟΚ, που μπορεί να ανασυγκροτηθεί να ξανασυσπειρώσει ευρύτερες δυνάμεις και πρέπει να το θελήσει. Αυτό, να το λάβουν υπ όψη τους αυτοί, που επιχειρούν και δεν θα το επιτύχουν, να τελειώσουν το ΠΑΣΟΚ και να σχεδιάσουν τον πολιτικό χάρτη της χώρας.


Το ΠΑΣΟΚ ουσιαστικά, συγκροτήθηκε ιδεολογικά, με βάση τις αντιλήψεις της νέας αριστεράς, τις σχέσεις δηλαδή, Μητρόπολης, Περιφέρειας, πολιτικοποίησε και στη συνέχεια προγραμματοποίησε όλες τις ανάγκες τις Ελληνικής κοινωνίας, στην ουσία, το σύνθημα «Εθνική Ανεξαρτησία», «Λαϊκή κυριαρχία», «Κοινωνική απελευθέρωση», «Δημοκρατική διαδικασία», συνολικοποιούσε όλες αυτές τις προτεραιότητες. Στην διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη, συγκλίνανε πολιτικά, ιδεολογικά, αλλά και ηλικιακά, τρία ρεύματα και τρείς γενιές. Πολιτικά ιδεολογικά ρεύματα, από την κλασική ιστορικά Ελληνική αριστερά, από την εθνική αντίσταση μέχρι τους Λαμπράκηδες, από το κλασικό κέντρο, αλλά και τα ρεύματα της νέας αριστεράς, κύρια αυτά, που άρχισαν να αναπτύσσονται μετά το 1968 και αμφισβητούσαν τις τότε ορθοδοξίες, αλλά και ρεύματα, που μπορεί να τα θεωρούσαν κάποιοι περιθωριακά, ήσαν όμως φορτισμένα, με ισχυρό φορτίο ιδεολογικοπολιτικού προβληματισμού και αμφισβήτησης. Ηλικιακά, συγκλίνανε οι γενιές της εθνικής αντίστασης, των ανενδότων, των αγώνων κατά της δικτατορίας, του πολυτεχνείου. Στις αρχές της δεκαετίας του 80, με βάση τα νέα δεδομένα, επιχειρήθηκε επανειλημμένα, να αναδιατυπωθεί η διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη, οι προσπάθειες μάλιστα, είχαν και την προτροπή του Ανδρέα Παπανδρέου, γι αυτές γράφτηκαν πολλά από πολλούς, δεν συνεχίστηκαν μετά το 1985, διότι απλά, ένα ιδρυτικό διακηρυκτικό μανιφέστο, δεν είναι ένα σύνηθες κείμενο, ούτε ένα απλό κομματικό πρόγραμμα, είναι πλαίσιο αρχών και στόχων. Από τότε, η διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη, παρέμεινε ως ιστορική πολιτική, ιδεολογική παρακαταθήκη του ΠΑΣΟΚ, που καθόριζε τα χαρακτηριστικά του, η προσέγγιση όμως των προτεραιοτήτων και των αναγκών της χώρας, γινόταν από τα προγράμματα .. Βέβαια, αυτό δημιούργησε διάφορες τριβές, κυρίως από κάποιους, που πολλοί από αυτούς δεν είχαν καν διαβάσει, την διακήρυξη της 3ης του -5- Σεπτέμβρη, εμφανίστηκαν όμως ως ιεροφάντες της ιδεολογικής καθαρότητας και ορθοδοξίας του ΠΑΣΟΚ. Σε κάθε περίπτωση το νέο κίνημα, εγκαινίασε ένα πολιτικό λόγο που, τουλάχιστον δυνάμει, ξεπερνούσε τα πλαίσια της παραδοσιακής αριστεράς. Το ΠΑΣΟΚ εξ αρχής και αντικειμενικά, αποτέλεσε την πρώτη σημαντική πρόκληση ανταγωνισμού απέναντι στην κατεστημένη αριστερά. Το τελευταίο ίσως εξηγεί την γενικότερη αμηχανία της αριστεράς, απέναντι στο νέο κίνημα. Δεν θα ήταν υπερβολή αν σημειώσουμε, ότι ουσιαστικά η κατεστημένη αριστερά, δεν προσπάθησε να αναμετρηθεί με τον θεωρητικό πυρήνα του ιδρυτικού κειμένου του ΠΑΣΟΚ. Αντίθετα, αρκέστηκε σε ασαφείς επιφυλάξεις, οι οποίες κυρίως επικεντρώνονταν στις προθέσεις και τα πραγματικά κίνητρα του κινήματος και της προσωπικότητας του Ανδρέα Παπανδρέου. Η αδυναμία όμως αυτή, έδωσε την δυνατότητα στο ΠΑΣΟΚ, να παρέμβει και να εκφράσει σχεδόν μονοπωλιακά, τον πολιτικό ριζοσπαστισμό της εποχής, οδηγώντας την κατεστημένη αριστερά και τους φορείς της, σε δευτεραγωνιστικούς ρόλους στην πολιτική σκηνή της χώρας. Ήδη από την 3η του Σεπτέμβρη φάνηκε η δυναμική του νέου κινήματος. Η ανοιχτή πρόκληση στους Έλληνες πολίτες που ασπάζονταν τις αρχές της 3ης του Σεπτέμβρη για αυτοοργάνωση, δημιούργησε ενθουσιασμό και ατμόσφαιρα οργανωτικού πυρετού, η υπόσχεση αυτού του καλέσματος, ήταν ότι οι πολίτες θα συμμετείχαν στην δημιουργία του δικού τους πολιτικού οργανισμού, του δικού τους κινήματος.

Εκατοντάδες στελέχη του αντιδικτατορικού αγώνα και της περιόδου του 114, αλλά και απλοί πολίτες, ανταποκρίθηκαν θετικά στις αρχές της διακήρυξης και στη συνέχεια, στο κάλεσμα του νεαρού ΠΑΣΟΚ για αυτοοργάνωση. Υπέγραφαν δηλώσεις υποστήριξης, έγραφαν άρθρα, στον τοπικό και εθνικό τύπο, έβγαλαν εφημερίδες τοίχου, άρχισαν να συγκροτούν δεκάδες τοπικές οργανώσεις σε όλες τις γωνιές της χώρας, χωρίς υπερβολή, η κινητοποίηση που προκάλεσε η 3η του Σεπτέμβρη, δεν φαίνεται να έχει προηγούμενο στην ιστορία του κομματικού συστήματος της χώρας. Μόνο η εμπειρία του ΕΑΜ είναι συγκρίσιμη, αν και φυσικά οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές. Σε χρόνο ρεκόρ, σχεδόν σε κάθε πόλη κωμόπολη και χωριό δημιουργήθηκαν πυρήνες και οργανώσεις βάσης. Μια ατμόσφαιρα, που ουσιαστικά προοιώνιζε τις τομές που έμελλε να φέρει στο Ελληνικό κομματικό σύστημα το ΠΑΣΟΚ . Απλοί πολίτες, μέλη οργανώσεων στο πλαίσιο του μεταπολιτευτικού ριζοσπαστισμού και απελευθερωμένοι από τους περιορισμούς και απαγορεύσεις του παρελθόντος, σαν έτοιμοι από καιρό, συζητούσαν θεωρητικά θέματα επί παντός επιστητού, έπαιρναν οργανωτικές πρωτοβουλίες στις κινητοποιήσεις και δημοσιοποιούσαν θέσεις και απόψεις τους. Παρά την κοινωνικά ετερόκλητη πολυμορφία των νεοφώτιστων μελών, μέσα από κείμενα και συμβολισμούς της εποχής, δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι μπορούμε να διαγράψουμε τα κοινά ενοποιητικά στοιχεία αυτής της πρωτοφανούς κινητοποίησης. Με την συνδρομή αρκετού αριθμού στελεχών του ηγετικού πυρήνα του κινήματος, τα οποία συμμερίζονταν περισσότερο από άλλα την Ιδαία μιας αποκεντρωμένης και δημοκρατικής κομματικής οργάνωσης, τα νέα αυτά στελέχη, άρχισαν να φέρνουν προς συζήτηση και το περιεχόμενο της διακήρυξης της 3ης του Σεπτέμβρη, αλλά και θέματα που άφηνε ανοικτά η ιδρυτική διακήρυξη του κινήματος.

 Ο προβληματισμός αυτός, που δεν έμεινε εντός των τειχών, αλλά διαχύθηκε στους κατά περίπτωση μαζικούς χώρους, ήταν πρωτόγνωρος και ιδιαίτερα σημαντικός για την συγκρότηση, όχι μόνο του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της μεταπολιτευτικής πολιτικής σκηνής. Η αξία του, δεν έγκειται τόσο στο βάθος της επιστημονικής, θεωρητικής επιτήδευσης, αλλά οι θεματικές με τις οποίες ασχολήθηκε. Πληθώρας άρθρων, μεμονωμένων στελεχών, αλλά και φυλλάδια συλλογικών οργάνων, ασχολήθηκαν με ζητήματα «αυτοδιαχείρισης» «μετάβασης και κοινωνικού μετασχηματισμού» τη «σχάση κόμματος και κοινωνικών τάξεων», την «ισότητα των δυο φύλλων» η με τα θέματα που έγειρε η δράση των απελευθερωτικών κινημάτων. Η θεωρητική απλούστευση και οι πολιτικές αντιφάσεις των παρεμβάσεων αυτών, ήταν φαινόμενα όχι σπάνια, όμως για τα δεδομένα μιας χώρας, χωρίς ιδιαίτερη παράδοση πολιτικής, αριστερής διανόησης, η οποία μόλις είχε βγει από εφτάχρονη δικτατορία, το επιστέγασμα πολυετούς «καχεκτικής δημοκρατίας», ο προβληματισμός αυτός, αποτελούσε τομή για τα δεδομένα του πολιτικού συστήματος και αυτό, γιατί αποτελούσε εκδήλωση του ότι σημαντικός αριθμός μελών και στελεχών του κινήματος, χωρίς να αγνοεί τις θεωρητικές συντεταγμένες της παραδοσιακής αριστεράς, επεδίωκε για τον νέο του πολιτικό οργανισμό, μια ριζοσπαστική πολιτική που θα πήγαινε πέρα από αυτή. Η επιδίωξη σημαντικής μερίδας του νέου κινήματος, αν και σπάνια διατυπωμένη με σαφήνεια, εκδηλώνονταν έμμεσα και περιελάμβανε εκτός των άλλων, την ενσωμάτωση, των προβληματισμών και των ευαισθησιών της λεγόμενης «νέας αριστεράς» η οποία είχε αναδειχθεί από το ριζοσπαστικό κίνημα που είχε αγκαλιάσει τον κόσμο, στην δεκαετία του 1960. Επί πλέον θα πρέπει να λεχθεί, ότι οι πρωτοβουλίες αυτές του κινήματος, δεν περιορίστηκαν μόνο σε θεωρητικά ζητήματα, αντίθετα, με συστηματικότητα και σοβαρότητα, ίσως αναντίστοιχη του νεαρού -8- της ηλικίας του, αλλά και της παράδοσης του Ελληνικού κομματικού συστήματος, το ΠΑΣΟΚ, συγκρότησε επιτροπές μελέτης, τρεχόντων πολιτικών προβλημάτων. Ορισμένες επιτροπές, παρήγαγαν σημαντικό έργο, μάλιστα μπορεί να λεχθεί εκ των υστέρων, ότι σε ορισμένες περιπτώσεις αντίστοιχης ποιότητας, μελέτες μόνο από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, άρχισαν να παράγονται από τους εταίρους του κομματικού συστήματος. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της δράσης του κινήματος, οι μελέτες-εκδόσεις, για την υπό συζήτηση την περίοδο εκείνη Σύνταγμα(Σύνταγμα για μια δημοκρατική Ελλάδα), την παιδεία και το πανεπιστήμιο(οι θέσεις μας δημοκρατικό πανεπιστήμιο πραγματική εκπαίδευση για μια νέα ζωή). Στάθηκα περισσότερο στα αφετηριακά δεδομένα της ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ, όμως δεν πρέπει να αγνοηθεί, ότι το ΠΑΣΟΚ άρχισε να κυοφορείται προδικτατορικά, ως ρεύμα Ανδρέα Παπαντρέου, την τότε κεντροαριστερά, είχε αποκτήσει κάποιες μορφές άτυπης οργανωτικής υπόστασης στους δημοκρατικούς συνδέσμους, αναπτύχθηκε ιδεολογικά στο πλαίσιο του ΠΑΚ και εμπλουτίστηκε από τα ρεύματα που συνέρευσαν στο ΠΑΣΟΚ με την διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη. Μετά την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ στις αρχές του Οκτώβρη του 74, προσχώρησε σ αυτό η δημοκρατική άμυνα, πρόεκυψαν διάφορες κρίσεις, που οδήγησαν σε καταργήσεις οργάνων στο προσυνέδριο και τελικά, την πρώτη μεγάλη διάσπαση, με την δημιουργία της σοσιαλιστικής πορείας και την αποχώρηση δυο χιλιάδων, από τα επώνυμα στελέχη του τότε κινήματος, οι περισσότεροι των οποίων αργότερα επανήλθαν.

Οι περισσότερες απ αυτές τις κρίσεις, ως αιτιολογική βάση, είχαν τις ερμηνείες της 3ης του Σεπτέμβρη. Βασικά στάδια της εξέλιξης του ΠΑΣΟΚ, μετά την αρχική του φάση, ήταν: Πρώτον, η Πανελλαδική συνδιάσκεψη στις αρχές του Ιούλη του 77 στο ΠΑΡΚ, όπου ξεκαθαρίστηκαν βασικές του ιδεολογικοπολιτικές θέσεις, αλλά και ο τρόπος οργανωτικής συγκρότησης του ΠΑΣΟΚ. Δεύτερον, η δεύτερη σύνοδος της κεντρικής επιτροπής 25 & 26/2 1978, όπου διαμορφώνεται η στρατηγική της Εθνικής λαϊκής ενότητας, ΕΛΕ, που καθορίζει ως πρωτεύουσα, την πλέον «ευρεία συμμαχία όλων των εργαζομένων όλων των μη προνομιούχων» και επιλέγεται ως μέσον για την επίτευξη της ενότητας αυτής, η ανοιχτή πολιτική δημοκρατική δράση. Τρίτον, η πέμπτη σύνοδος της κεντρικής επιτροπής του ΠΑΣΟΚ(24-25/1979), επεκτείνει και εξειδικεύει την στρατηγική της εθνικής λαϊκής ενότητας, σε καίριους τομείς, όπως στον καθορισμό της ιδεολογικοπολιτικής φυσιογνωμίας του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της κοινωνικής ταξικής συμμαχίας, που εκπροσωπεί το ΠΑΣΟΚ. Αναφέρεται επίσης στην οργανωτικό-πολιτική διάρθρωση του κινήματος και την σύνδεσή της με τα ευρύτερα κοινωνικά μαζικά κινήματα. Η ιστορική νίκη στις 18/10/1981, αποτέλεσε τομή για τα Ελληνικά δεδομένα, για πρώτη φορά ένα πολιτικό κίνημα όπως το ΠΑΣΟΚ, με προγραμματικό λόγο, ισχυρή οργάνωση, άφθαρτο αλλά και οραματικό, με εκλογικό ποσοστό 48%, αλλά με αποδοχή πάνω από 70%, αναλάμβανε την διακυβέρνηση της χώρας. Για άλλους ήρθε η δικαίωση, για άλλους μια προσμονή για μια καλύτερη Ελλάδα. Δεν είναι του παρόντος ο υπολογισμός του κυβερνητικού έργου του ΠΑΣΟΚ, θα σταθώ μόνο σε δυο περιπτώσεις Πρώτη, ο εκδημοκρατισμός, η εθνική συμφιλίωση με την αναγνώριση της εθνικής αντίστασης.

Μόνο όσοι έζησαν από κοντά την δικαίωση χιλιάδων αγωνιστών, που ταλαιπωρήθηκαν στα ξερονήσια και στις φυλακές, παραμένοντας πιστοί  στο ΚΚΕ, δεν ήρθαν στο ΠΑΣΟΚ, όμως η αίσθηση της δικαίωσης μιας αδικαίωτης ζωής θυσιών και αγώνων, ότι δηλαδή, δεν πήγε η ζωή τους στράφι, μπορεί να δώσει την πραγματική αξία της εθνικής συμφιλίωσης. Δεύτερη, όλες οι εκσυγχρονιστικές τομές που και σήμερα αποτελούν στοιχεία βελτίωσης και εξέλιξης, όλες αυτές, που στις εποχές τους πολεμήθηκαν και από την παραδοσιακή δεξιά και την παραδοσιακή αριστερά και συγκεκριμένα, συνδικαλιστικές ελευθερίες, ισότητα φύλλων(οικογενειακό δίκαιο),πανεπιστήμιο, αποκέντρωση, αυτοδιοίκηση, δημόσια διοίκηση, ΑΣΕΠ, ΕΣΥ, πολιτικό σύστημα κλπ κλπ Τίθεται το ερώτημα, μέχρι πότε οριοθετείται η μεταπολίτευση και όποιος ριζοσπαστισμός, ήταν απόρροιά της. Τυπικά θα πει κάποιος, ότι οριοθετείται μέχρι το 1981 με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση της χώρας, κατά την άποψη μου, αυτή η οριοθέτηση, πρέπει να τοποθετηθεί στο 1990, διότι τότε πέραν των άλλων, είχαμε πλήρη ανατροπή των τότε διεθνών συσχετισμών, ιδεολογικών, πολιτικών, ένα εντελώς διάφορο διεθνές περιβάλλον. Το ΠΑΣΟΚ και τότε με Ανδρέα Παπανδρέου και μεταγενέστερα με Κώστα Σημίτη οριοθέτησε την ανάγκη εκσυγχρονισμού της χώρας και των αναγκών της, τότε άλλοι περί άλλα τύρβαζαν, επιχειρώντας να διαλύσουν το ΠΑΣΟΚ, να το λεηλατήσουν, αρνούμενοι να δουν την επερχόμενη λαίλαπα της ασύδοτης παγκοσμιοποίησης. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη η χώρα να συσπειρώσει και να αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητές της, όμως πολλοί τίποτα δεν έχουν διδαχθεί και κινούνται πίσω από τις ανάγκες και τις προτεραιότητες, «τυφλοί τα τα΄ωτα τον τε νουν τα τα΄ ομματ΄ ει». Ο συγκροτημένος, επίκαιρος, επεξεργασμένος ,ώριμος πολιτικός λόγος, αλλά και οι αντίστοιχες ιεραρχήσεις, βρίσκουν συνεχώς απέναντί τους, ένα ακραίο λαϊκισμό, απολίτικο και επικίνδυνο.


 Η πολιτική έχει περιθωριοποιηθεί από την επικοινωνία, που δυστυχώς όπως ασκείται, αλλά και ονομάζεται επικοινωνιακή πολιτική, πολλές φορές είναι «επιτομή» του λαϊκισμού. Από πολλές πλευρές, έχουμε εικόνα πολιτικής πτώχευσης, ιδιαίτερα από τα λεγόμενα κόμματα της παραδοσιακής αριστεράς, που δίνουν εικόνα εφαρμογής, του… «τυφλός τυφλόν οδηγεί». Ο ιστορικός συμβιβασμός, που αποτέλεσε βασικό συστατικό του Ευρωκομουνισμού, μόλις εδώ επιχειρήθηκε, έστω κατά ανάγκη, έστω ανορθόδοξα, η συγκυβέρνηση τριών και μετά δυο κομμάτων, πήγε περίπατο για τους διανοούμενους και τους αναλυτές, της όποιας αυτολεγόμενης ανανεωτικής αριστεράς. Η κυρίαρχη αντίθεση, που πάντα αποτελούσε την αφετηρία για όποια αριστερή ανάλυση, μιας συγκροτημένης πολιτικής πρότασης ( κεφάλαιο εργασία , Μητρόπολη, Περιφέρεια κλπ) αντικαταστάθηκε με τα δίπολα, μνημόνιο – αντιμνημόνιο, προδότης – πουλημένος, η πατριώτης κλπ. Έτσι κάτω από αυτή την απολίτικη αντίθεση, στεγάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, η Χρυσή Αυγή, και απ εσχάτων, προς τα εκεί σπρώχνεται και η ΔΗΜΑΡ. Σήμερα, πρέπει να επιλέξουμε την κυρίαρχη αντίθεση, πάνω στην οποία θα προσδιορίσουμε τις προτεραιότητες και τις ανάγκες, κατά την άποψή μου, αυτή η αντίθεση πρέπει να προσδιορίζεται ως εκσυγχρονισμός, ανταγωνισμός και τούτο διότι ο εκσυγχρονισμός αφορά την βελτίωση δομών και θεσμών, άρα αποβαίνει υπέρ της κοινωνίας, ο δε ανταγωνισμός, οδηγείται μόνο στην μεγιστοποίηση του κέρδους, αγνοώντας την κοινωνία . Πάνω σ αυτό το δίπολο, εκσυγχρονισμός – ανταγωνισμός, μπορούν να βρεθούν και οι συναινέσεις και οι συγκλίσεις και οι συμβιβασμοί. Σήμερα δεν είναι ούτε 1974, ούτε 1981, ούτε 2000, βρισκόμαστε εντελώς αλλού, οι πολιτικές δυνάμεις ιδιαίτερα οι κεντροαριστερές, πρέπει να γράψουν τον νέο οδικό χάρτη, την νέα πορεία της χώρας , η -12- σημερινή κοινωνία, έχει απορροφήσει όλα τα θετικά από το 1981, τα θεωρεί κοινωνικά κεκτημένα και θεωρεί σήμερα, ότι έχει μόνο απώλειες. Η σημερινή κοινωνία είναι εντελώς διαφορετική από τι ηλικίες εκείνης της εποχής, έχει πλήρη ηλικιακή ανανέωση, άλλα προτάγματα, άλλες ανάγκες και δεν αρκείται η και δεν ενδιαφέρεται τι έγινε πριν 20, 30, 40 χρόνια, ζητά προοπτική και μέλλον . Σ αυτές τις αγωνίες πρέπει κύρια το ΠΑΣΟΚ να απαντήσει και ευρύτερα η κεντροαριστερά, που και πρέπει και μπορούν. Όσοι νομίζουν όμως, ότι ως πρόβλημα της κεντροαριστεράς που αφορά την κοινωνία είναι η επιβίωση κάποιων πολιτικών προσώπων, είναι μακριά νυχτωμένοι, περισσότερο από ποτέ, χρειαζόμαστε θεσμικά κόμματα, ισχυρά κόμματα νέου τύπου, η εποχή των οργανωμένων πρωτοποριών η των καθοδηγητικών σχημάτων, έχει τελειώσει. Για το ΠΑΣΟΚ ιδιαίτερα, πρέπει να ανανεώσει τα κινηματικά του χαρακτηριστικά, να γίνει φορέας πολιτικοποίησης της κοινωνίας, φορέας πολιτικού διαλόγου και επικοινωνίας, χρειάζεται μια νέα πορεία προς το λαό και πρέπει να είμαστε όλοι παρόντες . Το ΠΑΣΟΚ διαθέτει ικανή πολιτική ηγεσία, ικανό κ επαρκή Πρόεδρο, που μπορεί να οδηγήσει σ αυτή την πορεία. ΥΓ1 Στις εκλογές του 1977, η τότε Χρυσή Αυγή (εθνική παράταξη) πήρε 6,28%, μετά εξαφανίστηκε… ας το βλέπουν αυτοί που σήμερα προμοτάρουν εκούσια η ακούσια τους νεοφασίστες. ΥΓ2 Το 1982, παραιτήθηκε ο τότε ΥΠΟΙΚ Μανώλης Δρεττάκης, διότι ουσιαστικά, δήλωσε στην φορολογική δήλωση, ένα πρωτόλειο Ε9, τότε πολεμήθηκε από την δεξιά, την ΝΔ και ήταν λάθος του ΠΑΣΟΚ που υποχώρησε, τώρα, το αντίστοιχο Ε9 που αφορά την φορολογία της ακίνητης περιουσίας, πολεμιέται από τον ΣΥΡΙΖΑ… είναι ακριβώς αυτό που και νωρίτερα σημείωσα, αριστερός και δεξιός ριζοσπαστισμός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Στο ιστολόγιο "Ανάβλοχος" δημοσιεύονται μόνο επώνυμα σχόλια, δηλαδή σχόλια τα οποία, είτε στην αρχή είτε στο τέλος, φέρουν το ονοματεπώνυμο του συντάκτη.